Wednesday, November 16, 2016

το συννεφάκι

τρώει ένα βελανίδι
καθισμένος στην αυλή
όρεξη έχει για παιγνίδι
μα προέχει το φαΐ

βλέπει ένα συννεφάκι
που γυρνάει εκεί ψηλά
μοιάζει με μεγάλο αυτάκι.
λες να ακούει που μασά; 

λες να ακούει το κριτς κρατς
ο μεγάλος ουρανός;
λες να ακούει και τα πλάτς
όταν πίνει ο μικρός; 

αρχινά να μασουλάει 
με ρυθμό πιο μουσικό
θέλει δα να δει πως πάει
αυτό με τον ουρανό

το αυτάκι συννεφάκι
μεγαλώνει πιο πολύ
κι αυτό κάνει τον φλιφλάκη
να γελάει στην αυλή

τώρα αλλάζει τον ρυθμό του
μασουλά πιο χαλαρά
ψάχνει γύρω στο βουνό του
θέλει τύμπανα κρουστά

έχει βρει ένα κλαδάκι
και πετρούλες εκεί δα
και αρχινά να τις κτυπάει
ρυθμικά όλο χαρά

παίρνει και το κουβαδάκι
που χει μέσα το νερό
μπαίνει μέσα, πλατσουράει 
πλάτς και πλίτς και με ρυθμό

κριτς και κρατς το βελανίδι
κλιτς και κλατς και το κλαδί
πλατς και πλιτς το κουβαδάκι
έχει φτιάξει μουσική

θέλει τώρα πια να βάλει
και φωνή ο μουσικός
και ανοίγει στοματάκι
κι αρχινά ένα σκοπό

μόνο που αυτό που βγαίνει
είναι φάλτσο βρε πολύ
κι ο φλιφλάκης επιμένει 
να τονίζει και το μι 

δεν έχει φωνή ο φλιφλάκης 
αλλά χαίρεται πολύ 
και γύρνα το κεφαλάκι
το αυτάκι για να δει

τώρα μοιάζει τυμπανάκι 
φαίνεται παίζει κι αυτό
με τον μουσικό φλιφλάκη
και τον νέο του σκοπό

κριτς και κρατς το βελανίδι
πλάτς και πλιτς και το νερό 
κλιτς και κλατς μες το παιγνίδι
κι η φωνάρα του φλιφλό

έτσι έχει πια περάσει
ώρα κάμποση πολλή
και ο κόσμος να χαλάσει
δεν τον νοιάζει τον σολίστ

μες τους ήχους τους δικούς του
τις δικές του μουσικές 
είναι όλα θέμα γούστου
φάλτσες νότες ή σωστές

δεν βλέπει πως τα ζωάκια
γύρω του έχουν μαζευτεί
και κρατάνε τα αυτάκια
και κοιτάνε κατά κεί

αρχικά είν φοβισμένα 
τι τους βρήκε τώρα εκεί
μα δεν θέλουνε κανένα,
το παιγνίδι να κοπεί

ψάχνουν να βρουν κάποια λύση
για να παίξουνε μαζί 
δίχως να πονούν τ αυτάκια
απ τη φάλτσα τη φωνή

τρέχουν γύρω μες το δάσος 
βρίσκουνε βελανιδιές 
και μαζεύουνε με πάθος
βρήκαν λύση θες δε θες

βάζουν τα βελανιδάκια 
ένα μες σε κάθε αυτί
και αμέσως τα ζωάκια
χαίρονται τη μουσική! 

ο φλιφλό κοιτάει πάνω
το αυτάκι για να δει
τώρα μοιάζει μ ένα πιάνο
σαν να αλλάζει πια πολύ

έχει αρχίσει να γεμίζει
ο ουρανός τόσο πολύ
συννεφάκια τώρα κτίζει 
μπάντα θα'ν' συμφωνική

ο μικρός ο μουσικός μας
βουτηγμένος στη χαρά
παίζει κι όλο τραγουδάει
με ρυθμό πιο δυνατά

τα ζωάκια κουρασμένα
τρέχουν σπίτι τους να πάν
ρίχνοντας τα βελανίδια
στου φλιφλάκου τη φωλιά 

ξαφνικά σαν τραγουδάει
ο μικρούλης ο φλιφλό
μπόρα άγρια κτυπάει
το δασάκι του εδώ

ρίχνει βλέμμα προς τα πάνω 
μαύρος πια ο ουρανός
θυμωμένος με το φάλτσο;
σκέφτεται ίσως ο μικρός 

τρέχει μπαίνει σπίτι ίσια
στην φωλιά να ζεσταθεί
βλέπει ευθύς τα βελανίδια
κι η χαρά του είναι πολλή 

φαίνεται πως τα ζωάκια
εκτιμούν τη μουσική
κι ο φλιφλό έχει ταλέντο
τον ενθάρρυναν πολύ! 

έτσι δεν τον νοιάζει τώρα
που ο ουρανός είναι μουντός
ίσως να ναι και η ώρα
είν το μέσο της νυκτός

νιώθει πως πρέπει να φτιάξει
λίγο όμως τη φωνή
πριν το φως πια να χαράξει
για να βγαίνει δυνατή

έτσι αρχίζει τις ασκήσεις
μες τη νύχτα φωναχτά
νότες και φωνές της φύσης
αρχινά να τραγουδά

δεν αντέχει όμως άλλο 
νανουρίζεται ευθύς 
με την μπόρα και τον σάλο 
πιάνει ύπνος πια βαθύς

ένας μήνας έχει πάει 
ξεκουράστηκε ο φλιφλό
φλιπ και φλαπ, να τον! ξυπνάει!
ήρθε ο έρης ο ερωδιός!

αρχινά να του μιλάει
να του λέει πως αυτός
στο όνειρο του έχει γίνει
ένας μέγας μουσικός

πως τα άλλα τα ζωάκια
το χαρήκανε πολύ
και πως θα κάνε δισκάκια
στο όνειρο του το παιδί

μα , περίεργο , του λέει
σαν κοιτάει τη φωλιά
πότε άραγε έχει φέρει
τόσα βελανίδια πια! 

η εκδρομή

άνοιξε ένα ματάκι
κι είδε πως δεν είχε φως
και το έκλεισε λιγάκι
νυσταγμενος ο μικρός

ύστερα α πό λ΍ γο πάλι
το ξανάνοιξε ελαφρώς
κι όμως ούτε λιγουλάκι
δεν ξεμυτησε το φως

φόραγε ένα σκουφάκι
και πυτζάμες ασορτί
κι έμοιαζε σαν εν’ αστράκι
που κατέβηκε στη γη

ανυπομονουσε αλήθεια
να χαράξει πια το φως
όπως και στα παραμύθια
μια και δύο να βγει κι αυτός

σήμερα ήταν η μέρα
που θα πήγαινε εκδρομή
μακριά έκει στα πέρα
που είν ο ερης εξοχή

τον προσκάλεσε ο ερης
για να παίξουνε μαζί
στης λιμνούλας του τα μέρη
που ναι όμορφα πολύ

ξανανοιγει το μάτακι
με αγωνία ο μικρόςκαι ναι, φαίνεται λιγάκι
πως χαράζει πια το φως

αρχινουν και τα πουλάκια
κελαηδανε σιγανά
λίγο αχνά και νυσταγμενα
τραγουδούν στα πεταχτά

βγάζει σκούφο και πυτζάμες
και πετάγεται στο φως
και φοράει σαγιοναρες
για να ειναι και κομψός

βάζει κι ένα μαγιουδακι,
κρεμα αντηλιακή,
παίρνει κι ένα κουβαδακι
και κιναει για εκδρομή

περπατάει και γελάει
ο μικρός με το μαγιό
κι όποιον δει τον χαιρετάει
ο ολοχαρος φλιφλό

όλα τα άλλα τα ζωάκια
σαστισμενα χαιρετουν
και γεμίζουνε γελάκια
χαίρο νται και τραγουδούν

η χαρά του φλιφλουλακη
που πηγαίνει εκδρομή
μεταδίδεται εν τάχει
σε όλους όσους έχει δει

μεταδίδεται και τρέχει
σαν το κύμα δυνατά
κι όπου πια γυρίσει βλέπει
τα ζωάκια χαρωπά

όλοι παίζουν και γελάνε
στο δασάκι του φλιφλό
και ολοχαρα σκορπανε
της χαράς μήνυμα απλό

να ένα άνοιγμα στο βάθος
βλέπει απέναντι ο φλιφλό
σαν να βγαίνει από το δάσος
ξέφωτο μοιάζει αυτό

σαγιονάρες κουβαδακι
και με χάρωπο μαγιό
έφτασε το σκιουρακι
και στου ερη το χωριό

τι χωριό,  μια λιμνούλα,
ξέβαθη και χαλαρή
με πολλά ψαράκια μέσα
ήσυχη κι εξοχική

πέφτει μέσα στη λιμνούλα
σαγιονάρες και μαγιο
και φτεροκοπά η καρδούλα
του μικρού μας του φλιφλό

μπρρ!!! αρχίζει να κρυώνει
κρύο, πάγος το νερό!
τα φτεράκια ξεδιπλώνει
και κοιτάει κατά δω

δεν βλεπει τον ερωδάκο
ούτε κι άλλα φτερωτά
μόνο να κάτι ψαράκια
κολυμπάνε στα ρηχά

μήπως ήρθε λάθος μέρα
μήπως άργησε πολύ
μήπως εφυγε ο έρης
και τον άφησε εκεί

άρχισε να νιώθει μόνος
μες το κρύο το νερό
τα φτεράκια του κουνάει
να μην πάθει πανι κό
άξαφνα πια το θυμάται
πώς ο ερης ο ερωδιος 
του πε εκδρομή να πάνε
σαν ζεστανει ο καιρός 

η λιμνούλα ήταν κρύα
παγωμένο το νερό 
ο φλιφλουλης μες τα βρυα
και ο ερης χασιμιος 

τα φτεράκια του χτυπάει
μ όση δύναμη μπορεί
και με πείσμα κολυμπάει 
στης λιμνούλας την ακτή

εκεί κάθεται στην άκρη
βγαίνει έξω απ το νερό
ψ άχνε ι για το κουβαδακι
ο φλιφλό με το μαγιό

σκέφτεται πως είχε λάθος 
που ήρθε σήμερα εκεί 
δεν είχε έρθει ο ερωδακος 
κι ήταν μόνος στην ακτή

ο μικρούλης ο φλιφλακης 
ήθελε τόσο πολύ
να βρει εδώ τον ερωδακη 
και βιάστηκε να ρθει

δεν περίμενε να γίνει
άνοιξη η εποχή
για να ζεσταθεί η φύση
να έρθει ο ερης εξοχή

έτσι σαν αυτ΍ σκεφτόταν
ψάχνοντας για τον κουβά
ξέχασε τις σαγιονάρες 
που χε αφήσει στα ρηχά

σαγιονάρες κουβαδακι 
όλα αυτά είχαν χαθεί
μα τι πιάνει το αυτάκι
κλιν κλαν φλαπ κάπου εκεί

βλέπει πέρα εις το βάθος
κλιν κλαν φλαπ είν καθαρό
μα ναι είναι ο ερωδακος
με κουβά και δυό φλιφλό! 

έρχεται πέτα κοντά του
σαγιονάρες σαν φορά
κι ο φλιφλο απ τ η χαύ ά του
βουτιά κάνει στα νερά

τον τράβα απ το φτεράκι
έξω ο φίλος ερωδιος 
παρατα το κουβαδακι
για να βγει και ο μικρός

βγαίνει ο μικρός φλιφλουλης 
"πως με βρήκες;" απορεί,
"εύκολα",  λέει ερουλης,
"άκου" , λέει με προσοχή. 

στο δασακι σου στο σπίτι
ήρθα κι ήτανε κλειστά
και μου είπε ένα σπουργίτι
θα σε βρω απ τη χαρά

κι όύ ου έ βλεπα ζωάκια
χαρωπά να περπατούν 
ήξερα πως είχες πάει
από κει κι ήσουν αλλού

έτσι έφτασα εδώ κάτω
κι είδα τον μικρό κουβά
σαγιονάρες και τον πάγο
κι ήρθα αμέσως στα βαθιά

δεν σε βρήκα και φοβόμουν
μην σε χάσω βρε φλιφλό
γιατί άλλο φιλαράκι
δεν έχω τόσο καλό 

τότε κοίταξα εδώ πέρα
κι ευτυχώς ήσουν εδώ 
πήραν τα φτερά μου αέρα
κι ήρθα αμέσως κατά δω

του φλιφλουλη τα ματάκια
εγεμισανε γλυκά 
και του ερη τα φτεράκια
τον αγκαλιασαν ζεστά

κι έτσι πια αφου βρέθηκαν,
αν και κρύα η εξοχή
αρχινήσαν τα παιγνίδια
και χάρηκαν εκδρομη :)

μέρα σαν το παγωτό

ήτανε μια μέρα κρύα
μέρα σαν το παγωτό
που παγώσαν και τα βρύα 
πόσο μάλλον ο φλιφλό

ο φλιφλό το σκιουράκι
που χε τα μικρά φτερά
βγήκε έξω σαν παιδάκι
κι έπαιζε με τα νερά

δεν κατάλαβε πως μπήκε
ο χειμώνας για καλά
και ξεχάστηκε και βγήκε
στον αέρα στα νερά 

τ άρεσε που ήταν κρύο
έτσι σαν το παγωτό 
το έβρισκε πολύ αστείο
στο δικό του το μυαλό

όλα τ αλλά σκιουράκια 
εκοιμόντουσαν βαθιά
κάναν όλα τους ναννάκια,
στις φωλιές τους τα ζεστά

χειμερία νάρκη λένε
πως περνούν τέτοια εποχή
και τα κρύα πως τους φταίνε
δεν τα θέλουν κατά κει

μα ο φλιφλό με τα φτεράκια
έπαιζε με τα νερά
πού να ξέρει πώς ναννάκια
θα εκάναν τώρα αυτά

πήγε κάτω στο ποτάμι
που χε πιο κρύο νερό
φόρεσε κι ένα φουλάρι
να ζεσταίνει το λαιμό

έψαξε να βρει φρουτάκια 
για να κάνει παγωτό
με δεν είχε στα βραχάκια
γύρω απ τον ποταμό

έψαξε να βρει και μέλι
να ν γλυκό το παγωτό
όπως του πε ένα χέλι 
για να βγει και θρεπτικό

μόνο χέλια και βραχάκια
είχε εκεί στον ποταμό
ούτε μέλια ούτε φρουτάκια 
έμελλε να βρει εδώ

κάτι έπρεπε να κάνει
ο φλιφλουλης ο μικρός
όπου να ναι τώρα θα ρθει
και ο ερης ο ερωδιός

ήθελε να φτιάξει κάτι
για να τρώγανε μαζί
μια σουπίτσα ένα γλυκάκι
ντολμαδάκια γιαλαντζί

στο μικρό του μυαλουδάκι
όλα τ έφτιαχνε ευθύς 
και ας είναι σκιουράκι
κι όχι μάγειρας ολκής  

έτσι πέρασε η ώρα
με όνειρα για φαγητά
με άσπρο σκούφο και κουτάλα 
πιάτα σούπες και ψητά

ήταν λέει στην κουζίνα
κι έφτιαχνε ένα ντολμά 
σαν περίτεχνη σειρήνα 
με φυλλαρωτή ουρά 

και πιο πέρα σε ένα πάγκο
είχε βάλει ένα ταψί
κι είχε δέσει μ ένα σπάγκο 
βελανίδια και τυρί

είχε κάποτε διαβάσει
για παράξενα υλικά
πως αν πρέπει να ταιριάσει 
πρέπει να δεθούν καλά

έτσι έφτιαξε ο φλιφλακος 
το σουφλέ βελανιδί 
φουρνιστό μα και σπαγκάτο 
σαν σπαγγέτι με τυρί

φλαπ και φλοπ ακούει πέρα
απ την κουζίνα μακριά
κάπου μπάζει και αέρα
μ ένα τσουπ ευθύς ξυπνά 

έχει έρθει ο ερωδακος 
είν μπροστά του και γελά
βλέπει γύρω ο φλιφλακος 
κι είναι μέσα στα νερά

με σκουφάκι βελανίδι 
στα βαθιά βαθιά νερά
μ ένα ξύλο σαν σανίδι
ανακάτευε σφιχτά

βγάζει ο ερης τον φλιφλακο
απ τον κρύο ποταμό 
και στεγνώνει ο ερωδακος 
τον μεγάλο σεφ φλιφλό

αρχινά το σκιουράκι
να μιλά για παγωτά
το σπαγκάτο το ταψάκι
και ο ερης να γελά

φεύγουν από κει πιασμένοι 
με φτερούγες αγκαζέ
γελαστοί κι αγαπημένοι
και χωρίς το φρικασέ

δεν πεινάνε καλή ώρα
τα φιλάκια τα καλά
άμα παίζουνε παρέα 
ποιος τα σκέφτεται αυτά

Ο έρης κι ο φλιφλό

ήταν ένα σκιουράκι 
που το λέγανε φλιφλό
γιατί είχε και φτεράκια
που κάνανε φλαπ και φλοπ

δεν είχε άλλο σκιουράκι 
με φτεράκια στο νησί
κι ούτε ήξερε κανένας
πως αυτό βρέθηκε εκεί 

ο φλιφλό το σκιουράκι
ήταν ντροπαλό πολύ
και δεν είχε κι ούτε φίλους
κι ούτε ήξερε γιατί

κάποτε τα σκιουράκια
παίζαν μπάλα και κρυφτό
και το παίζανε κι αυτόνε 
και χαιρόταν κι ο φλιφλό

στο ποδόσφαιρο ήταν πάντα
φύλακας στα δίχτυα εκεί
με ένα φλαπ έμενε η μπάλα
έξω απ το τέρμα, στη γραμμή

στο κρυφτούλι ο φλιφλούλης  
που έτρεχε αργά πολύ
φλάπ και φλοπ όπου ακουγόταν
ο φλιφλό ήταν εκεί

ο φλιφλό ήταν μικρούλης 
αλλά ήξερε πολλά 
γιατί όσο δεν το παίζαν
αυτός διάβαζε κρυφά

ήταν μόνος μοναχούλης 
στον μικρό του εαυτό
δεν σχετίζετο με άλλους 
κι ούτε ήξερε και πως

ένα πρωινό στο δάσος
άκουσε ένα τσιριχτό 
και προβάλλει εκεί μπροστά του
ράμφος και ένας ερωδιός! 

ένας ερωδιός στιλάτος
να κοιτάει τον φλιφλό 
που έμεινε στήλη αλάτος 
ποιος να είναι τώρα αυτός

που να ξέρει ο φλιφλούλης 
πως αυτός είν' ερωδιός 
σάμπως είχε ο μικρούλης
τέτοια εικόνα στο μυαλό;

τα πουλάκια όσα είδε
επετούσανε ψηλά
δεν περπάταγαν εκείθε 
μα ανέβαιναν στα κλαδιά 

αυτό εδώ το ράμφος τώρα
που τον κοίταγε καλά
περπατούσε καλή ώρα
σαν κι αυτόν και μια χαρά

εσυστήθη ο ερωδιός μας
δίνοντας του το φτερό
και αμέσως ο φλιφλό μας
έβγαλε κι αυτός φτερό

"έρης" λέει  ο μεγάλος
"φλιφλό" λέει ο φλιφλό
φτεραψία όλο θάρρος
κάνουνε μαζί οι δύο

φλαπ του κάνει ο φλιφλάκης 
φλοπ κάνει κι ο ερωδιός 
περπατήσανε αντάμα 
και μιλούσαν για το φως

μίλησαν για ότι φέγγει 
ότι ζει κι είναι εδώ
μίλησαν και για φτεράκια 
που χε πάντα ο φλιφλό

δεν ξανάδε ο φλιφλούλης
κάτι τόσο φτερωτό
όπως ήταν ο ερωδούλης
να περιπατάει όπως αυτό

έμοιαζε να περπατάει
με ένα βήμα σταθερό
και με χάρη να κρατάει 
τα φτερά του σε ρυθμό

ούτε ο έρης είχε δει
σκιουράκι με φωνή
με φτεράκια κι ένα ύφος
χαρωπό τόσο πολύ

χαρωπό δεν ήταν πάντα
του πε  ο μικρός φλιφλό
μάλλον λυπημένο ήταν
που ήταν διαφορετικό

δεν το παίζανε οι άλλοι
μόνο μπάλα και κρυφτό 
αλλά όταν κινάν πάρτι 
δεν το κάλαγαν αυτό. 

κι έβλεπε να ναι παρέα  
δύο και τρεις πολλοί μαζί
και αυτό έμενε πιο πέρα,
μόνο,  έμαθε να ζει

έτσι μόνο του που ήταν
δεν έμαθε να μιλά
να σχετίζεται με άλλους
και φοβόταν την σκιά

φοβισμένο καθώς ήταν
έτρεμε μήπως χαθεί
δεν του μίλαγε κανένας
δεν του δίναν προσοχή

έμενε κι αυτό μοναχό
γιατί ότι και να πεις
κι αν του δώσουν σημασία
τι θα είχε να τους πει

θα ανακάλυπταν πως ήταν
ένα άσχετο μικρό
που δεν ήξερε να παίξει
στο δικό τους κόσμο αυτό

όλα αυτά κι άλλα ακόμη
είπε ο μικρός φλιφλό
σαν περπάταγαν αντάμα
με τον έρη τον ερωδιό

με ένα φλαπ μεγάλο ο έρης 
αγκαλιάζει τον μικρό
"δεν νομίζω να σαι μόνος 
τώρα πια φίλε φλιφλό"

ούτε ήξερε ο φλιφλούλης
πως και τα πε όλα αυτά
το χαμόγελο του έρη
του χε αγγίξει τα φτερά

τα φτερά του ήταν κάτω
και περιπάταγε στη γη
όπως ακριβώς κι εκείνου
κι ένιωσε χαρά πολλή

έκτοτε έγιναν φίλοι
φτερωτοί και κολλητοί 
κι όλα τα κάναν αντάμα
αν και δεν μεναν μαζί 

ο φλιφλό κοντά του βρηκε
μια αγάπη τρυφερή 
κι ο ερης ο καλουλης
του χε αδυναμία πολλη

όλο κάνανε παιγνίδια 
παίζανε με τα φυτά
φλαπ και φλοπ και πάνω κάτω
τρέχαν κι άνοιγαν φτερά

και δεν ένιωθε πια μονος
ο μικρούλης ο φλιφλό
κι ανακαλύπτε πως είχε
και μιλιά και εαυτό

άρχισε πια να μαθαίνει
το δικό του εαυτό
γιατί μέσα απ τη φιλία
βλέπεις πιο καλά κι αυτό 

δεν μιλάς  μόνο με σένα 
ακους κι άλλη μια φωνή
κι αναγκάζεσαι να δίνεις
στον εαυτό σου προσοχή

μεγαλώνει η ουσία 
δεν είσαι μόνος πια στη γη
γιατί μόνο η θεωρία,
δεν αρκεί, πρέπει να ζεις

έτσι πέρασε ο χρόνος
κι αγαπήθηκαν πολύ
ο φλιφλό κι ο ερωδουλης
κι ας μαλλωναν εσαει

γιατί ότι και να πούμε
σκιουράκι κι ερωδιος
δεν ταιριάζουνε και σ όλα
όμως όλα είν στο φως

κάποια μέρα ο ερωδακος 
που περπαταγε πολύ
έκανε φλαπ να κινήσει
τα φτερά του πιο πολύ

κι είδε πως αυτά πετάνε
και ανέβηκε ψηλά
κι έβλεπε πουλιά να πάνε
πέρα δώθε στ ανοικτά 

ανεβαίνει κι άλλο ακόμη
βλέπει κι άλλα φτερωτα 
και μια λίμνη από κάτω
που'ν γεμάτη με πουλιά

κατεβαίνει ο ερωδουλης 
ω τι θέαμα κι αυτό
βλέπει δέκα αλλους τόσους
σαν κι αυτόνε ερωδιο 

πάει βρίσκεται κοντά τους
κι ομορφα πολύ περνά
και πετάει στον φλιφλουλη
για να μην τον καρτερα

στο φλιφλό τώρα του λέει 
πως εκεί που είναι ψηλά
έχει βρει και άλλους δικους του
που ζούνε κι αυτοί φτερά

ο φλιφλο χαίρεται πρώτα
για τον φίλοι τον καλό 
αλλά μεσα του το ξέρει
πως δεν θα ναι πια εδώ

το ξερε αυτό από πάντα
γιατί ο ερης ο καλός 
του χε πει πως πάντα ψάχνει
να βρει κι άλλο ερωδιο

όπως ο μικρός φλιφλουλης
είχε σκίουρους πολλούς 
γύρω του κι ας μην του δείχναν
πως πολύ τον αγαπούν 

έτσι κι ο ερωδουλης
ήθελε να βρει ερωδιους 
που να μοιάζουν και να ξέρει
πως του μοιάζουνε κι αυτού

έτσι ο μεγάλος ερης
πεταγε πια πιο συχνά
για να βρει τους ερωδακους 
που χε βρει στα ανοικτά

κι ο φλιφλό το σκιουράκι
με τα αγαρμπα φτερά
στην αρχή ένιωσε φόβο
πως μοναχός θα περνά

αφου τώρα θα χει φύγει
το φιλαράκι ο ερωδιος
με παρέες νέες τόσες
με ίδιους πως είν αυτός

όμως ο μικρός φλιφλουλης
είπε δεν θα φοβηθώ
κι άρχισε να ψάχνει τώρα
σκίουρακια σαν κι αυτό

άρχισε να τους μιλάει 
δεν ήταν δα τρομερό
δεν φοβόταν τόσο τώρα
κι ας μην ήταν χαλαρό 

ερχόταν κάποτε κι ο ερης
αν και πια όχι συχνά
για να κάνουνε παρέα
βόλτες γέλια στα βουνά

αλλά πάντα ηταν όμως
στην καρδιά του ο ερωδιος
και του ζέστανε τον φόβο
μόνος πια δεν νιωθει αυτός

άρχισε να κάνει φίλους
κι ένιωθε πολύ καλά
κι όλα λόγω του ερωδουλη 
που του μοιαζαν τα φτερά

ήξερε πως στη φιλία 
μπόρεσε να μοιραστεί
να χαρεί και να ανοίξει
τα φτερά του όπως μπορεί

τον αγαπά τον ερωδακο 
και αυτός τον αγαπά
κι αγαπά και τα φτερά του
ξέρει πια πως να πετά..